Αν θεωρείς ότι αγαπάς ένα άτομο του οποίου η αντικειμενική ύπαρξη σου είναι αδιάφορη, πως μπορούν να σε ενδιαφέρουν οι πραγματικές του ανάγκες, επιθυμίες, το... πραγματικό το άτομο;
Όπως είπα και πιο πάνω, στην δική μου αντίληψη η αγάπη είναι μια κατάσταση, όχι ένα συναίσθημα ή κάποια τάση για προσκόλληση στην ιδέα του άλλου. Και βρίσκεται στην σύνδεση με τον πραγματικό άλλο, που βρίσκεται εκεί και μπορούμε να αλληλεπιδράσουμε μαζί του και να σχετιστούμε. Στον βαθμό που βλέπουμε τον πραγματικό άλλο, η αγάπη είναι εφικτή. Αν αντ' αυτού βλέπουμε μια ιδέα, τότε αυτό που "αγαπάμε" είναι μονάχα μια πλευρά του εαυτού μας και όχι ο άλλος.
Δεν υπάρχει αλληλεπίδραση όταν το άτομο έχει πάψει να υπάρχει, ούτε σύνδεση, ούτε σχέση. Μπορείς να μιλήσεις στην ιδέα στο μυαλό σου και να πάρεις απάντηση ή να αποκτήσεις νέες εμπειρίες μαζί; Έχει η ιδέα στο μυαλό σου δικές τις ανάγκες, επιθυμίες, εξελίσσεται και αλλάζει σαν ξεχωριστό άτομο; (Αν ναι, να το κοιτάξεις αυτό..
)
Θεωρώ πως το να βολευτούμε στην "αγάπη" του άλλου ως "ιδέα" είναι κάτι που οδηγεί στην απομάκρυνση από τον πραγματικό άλλο, στην αποσύνδεση και, κατά συνέπεια, στέκεται εμπόδιο στην πραγματική αγάπη. Μας βάζει σε μια κατάσταση που δεν μπορούμε να δούμε τον άλλο όπως είναι, γιατί ζούμε με την ψευδαίσθηση ότι ήδη τον ξέρουμε.
Τώρα, από κει και πέρα, όταν κάποιος φεύγει από την ζωή μας, δεν σημαίνει φυσικά ότι σταματάμε να έχουμε συναισθήματα γι αυτόν, ούτε ότι χάνεται η σημασία της αγάπης μας γι αυτόν όσο ζούσε ή αυτών που ζήσαμε μαζί. Δεν χρειάζεται να συνεχίζει κάτι για πάντα για να έχει παντοτινή αξία.
To θέμα είναι ότι δεν υπάρχει αντικειμενική ύπαρξη. Ο εγκέφαλός μας δεν είναι αναπτυγμένος με τρόπο έτσι ώστε να μπορούμε να την αντιληφθούμε. Εδώ η αυτογνωσία είναι ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα, ούτε τον εαυτό μας δεν μπορούμε να γνωρίσουμε αντικειμενικά, πώς μπορούμε να γνωρίσουμε τον άλλο πέρα από αυτά που βλέπουμε και νομίζουμε; Για αυτό και εμμένω κάπως στη λέξη "υλικότητα", γιατί προσπαθώ να ξεχωρίσω αυτό που είναι υπό υλικούς όρους αναγκαίο (ειδωμένο, βέβαια, πάντα διαμεσολαβημένα και καθόλου αντικειμενικά), δηλαδή τη φυσική παρουσία του άλλου, από κάθε έννοια "αντικειμενικής ύπαρξης". Γιατί το θεωρώ υπερβολικά περιοριστικό να εμμένει κανείς σε αυτό ως την μοναδική πραγματική διάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης. Το να αγαπάς την υλική, ατομική παρουσία του άλλου εμμένοντας μόνο σε αυτήν το θεωρώ τρομερά περιοριστικό και δίχως πραγματικό περιεχόμενο. Η διαδικασία αυτή καθ' αυτή δεν είναι απόλυτα ανούσια, αλλά όταν εμμένει κανείς σε αυτήν σαν κάτι που αφορά αποκλειστικά τη φυσική ατομική παρουσία του άλλου, τότε περιορίζεται πάρα πολύ το δυνητικό της σχέσης.
Και ναι, πιστεύω ότι υπάρχει αλληλεπίδραση μετά θάνατον, ή τουλάχιστον μονομερής επίδραση. Οι απαντήσεις που παίρνει κανείς από την ιδέα ενός ανθρώπου που αγαπάει μπορούν μάλιστα να αλλάζουν με τον καιρό, όσο ωριμάζει περισσότερο το άτομο και ερμηνεύει διαφορετικά τα ίχνη και της αναμνήσεις που δομούν αυτή την ιδέα. Η ιδέα έχει και ανάγκες και επιθυμίες και εξελίσσεται και αλλάζει, απλά όχι ανεξάρτητα από το άτομο που τη σκέφτεται. Στην πραγματικότητα και οι ζωντανοί δεν είναι ανεξάρτητοι, δεν αλλάζουν ούτε εξελίσσονται από μόνοι τους.
Το βόλεμα είναι όντως ένα πρόβλημα εδώ. Υπάρχει ο κίνδυνος οι μεταφυσικές σκέψεις να καταπιούν πλήρως τα σημάδια της φυσικής παρουσίας. Γιατί η φυσική παρουσία είναι πάντα πιο βρώμικη, πιο εγωϊστική, πιο απρόβλεπτη, πιο επικίνδυνη και πιο ενοχλητικά απαιτητική από την ιδέα. Λειτουργεί ως ένα αντίπαλο δέος, όχι απαραίτητα από κάποια πλευρά ηθικής ανωτερότητας που σου δίνει ένα δρόμο, αλλά πολλές φορές με παράλογο και εγωκεντρικό τρόπο, όπως είναι φυσικό για τα φυσικά όντα. Είναι όντως πολύ δειλό να χρησιμοποιεί κάποιος την εικόνα ενός άλλου για να τη μετασχηματίζει όπως τον βολεύει αγνωόντας και υποτιμώντας πλήρως τις αναγκαιότητες της φυσικής πραγματικότητας. Αλλά το να εμμένει κανείς στην φυσική επαφή είναι κάτι αφόρητα πνιγηρό κατά τη γνώμη μου. Και είναι κάτι που μπλοκάρει την έμπνευση για σκέψεις και συναισθήματα που να ξεπερνάνε τη φυσική και ατομική παρουσία του άλλου. Πρέπει να κυλιόμαστε και στη λάσπη που και που, αλλά αν το μόνο που μένει είναι αυτό, γινόμαστε υλόφρονες (αν πω "και ειδωλολάτρες", θα υποτιμήσω πολύ την ειδωλολατρεία), η "πραγματική" παρουσία του άλλου περιορίζει το δυνητικό της, και με το θάνατο, όπως λες, περνάει στην πλήρη ανυπαρξία. Νομίζω ότι αυτό που έχει σημασία είναι να αξιοποιούμε τη φυσική παρουσία του άλλου για να εμπνεόμαστε, και να τη μετασχηματίζουμε στο μυαλό μας με τρόπο που να είναι ηθικό και για τους δύο. Και σε αυτό μπορεί να υπάρχει διάλογος, αμοιβαιότητα και επικοινωνία, όπως και στις υπόλοιπες μορφές επαφής. Και σε αυτό το συμπέρασμα οδηγούμαι ευκολότερα όταν συνειδητοποιώ ότι αυτό δεν αφορά μόνο τον τρόπο που βλέπω τους άλλους, αλλά τον εαυτό μου κυρίως. Δεν υποτιμάω απλά τη φυσική ύπαρξη των άλλων. Πιστεύω ότι και η δική μου φυσική παρουσία είναι εξίσου βαρετή, πνηγηρή και περιορισμένη με τις υπόλοιπες. Μπορώ όμως να εμπνεύσω έναν άνθρωπο να οδηγηθεί σε σκέψεις και σε δρόμους που αν δε με γνώριζε δε θα ήταν εξίσου ξεκάθαροι. Μπορεί φυσικά αυτό να οδηγήσει και σε δρόμους σκέψης με τους οποίους δε θα συμφωνούσα ποτέ. Όπως και σε όλες τις διαστάσεις της "πραγματικής επικοινωνίας", δυστυχώς υπάρχουν οι πλάνες, οι αυταπάτες, τα σφάλματα. Η εγκεφαλικότητα δεν είναι πανάκεια. Εμένα πάντως με τιμάει όσο τίποτα άλλο να γνωρίζω ότι αυτή την επιρροή μπορώ να την έχω σε κάποιον και μετά το θάνατο μου. Γιατί εγώ μπορεί να μην υπάρχω με τον ίδιο τρόπο που υπάρχω τώρα και να απελευθερωθώ από τις δικές μου ανάγκες και επιδιώξεις, οι άνθρωποι που με αγαπάνε όμως δε θα απαλλαχτούν από την απουσία μου, η οποία μετατρέπεται σε παρουσία μέσω των σκέψεων και του πόνου που προκαλούν. Θέλω να μπορεί να βγει κάτι θετικό μέσα από αυτό. Αλλιώς θα μπορούσα και να μην έχω υπάρξει ποτέ για τους άλλους. Το θεωρώ πολύ σημαντικό αυτό που είμαι, αυτά που πιστεύω, αυτά που λέω, να μην μπορούν να ειδωθούν από τους άλλους σαν κάτι καθαρά ατομικό που αφορά μόνο τη φυσική μου παρουσία. Δε με νοιάζει αν αυτό θα τα καθιστούσε υπο υλικούς όρους πιο πραγματικά ή αναγκαία, η αξία τους για μένα θα ήταν μικρότερη. Το θεωρώ άκρως ματαιόδοξο να προσπαθεί να καταξιωθεί μια υλική, ατομική ύπαρξη χωρίς καν να αναγνωρίσει το ευρύτερο δυνητικό της. Όπως βλέπω τον εαυτό μου σε αυτόν τον τομέα προσπαθώ να βλέπω και τους άλλους.
Το θέμα μου είναι ότι η ψευδαίσθηση για την οποία μιλάς δεν αφορά μόνο τις σχέσεις δίχως φυσική παρουσία, αφορά όλες τις σχέσεις. Το θεωρώ αντιφατικό να αναγνωρίζεις τον κίνδυνο της εμμονής στην ψευδαίσθηση ότι ήδη γνωρίζεις κάποιον, ενώ μιλάς για "πραγματικό άλλο" και για "αντικειμενική ύπαρξη".Το θέμα είναι ότι το πραγματικό και το αντικειμενικό είναι έτσι κι αλλιώς αδύνατον να το γνωρίσεις πλήρως. Και η ίδια ακριβώς ψευδαίσθηση μπορεί να υπάρχει και σε σχέσεις με φυσική παρουσία, μπορεί μάλιστα να υποκινηθεί από τον άλλο επιτηδευμένα.
Το θέμα είναι ότι όπως η φυσική παρουσία του άλλου μπορεί να λειτουργήσει ως αντίπαλο δέος, ως η αντίφαση σε αυτά που ξέρουμε ότι γνωρίζουμε, σε κάποιο βαθμό κάτι ανάλογο μπορεί να συμβεί και γιατη νοητή παρουσία, η οποία έχει επίσης την ικανότητα να αντιφάσκει, να αλλάζει και να μετασχηματίζεται, απλώς σε βαθμό πιο εξαρτημένο από το σκεπτόμενο υποκείμενο. Η αντικειμενική αλήθεια δεν αφορά κανέναν από τους δύο. Και οι δύο πραγματικότητες είναι υποκειμενικές, απλώς η μία περισσότερο από την άλλη. Αυτό δεν την καθιστά ανύπαρκτη.