Κανόνες
-----------------------------------------------------------
Το aNiMe//GR παρουσιάζει
μια παραγωγή της Taliban Studios/Productions
Η Νύχτα Πέφτει στην .aNiMe//GR Town:
No Train No Pain
-----------------------------------------------------------
Όλοι ξέρουν την ιστορία του Φόνου στο Όριαν Έξπρες. Πως το περίφημο τρένο κόλλησε στο χιόνι όταν διέσχιζε τις ατελείωτες πεδιάδες τις Γιουγκοσλαβίας, πως ένας άνθρωπος με σκοτεινό παρελθόν δολοφονήθηκε κάτω από μυστήριες συνθήκες και πως, εν τέλει, ο πιο διάσημος ντετέκτιβ στον κόσμο έλυσε το μυστήριο και έφερε τα πάντα στο φως.
Και έχουν δίκιο να την θυμούνται εκείνη την ιστορία. Όπως και να το δει κανείς, είναι, δικαίως, ένα από τα πιο όμορφα, περίπλοκα και μαγευτικά αστυνομικά συμβάντα του ταραγμένου αυτού αιώνα που με αργά, διστακτικά βήματα μας αποχαιρετάει.
Πολλοί όμως, οι περισσότεροι θα έλεγα, δεν θυμούνται ότι εκείνη την εποχή, όπως και αρκετά χρόνια πριν από αυτήν, τα τρένα ήταν το πλέον συνήθες σκηνικό τέτοιων ιστοριών. Φόνοι, μυστήρια, κλοπές, όλα απέκτησαν την θέση τους στην ιστορία της χρυσής εποχής του σιδηροδρόμου, και δικαίως θα έλεγα: Τα τρένα εκείνου του καιρού ήταν αφύλακτα, μη ασφαλείς μέσα μεταφοράς που διέσχιζαν με εξωφρενικη για την εποχή ταχύτητα συχνά ακατοίκητες, άγριες περιοχές· το τέλειο μέρος ώστε να διαπράξεις φόνο και να ξεφύγεις.
Με μια τέτοια ιστορία θα ασχοληθώ και εγώ σήμερα. Μια ιστορία που συνέβη κάποτε, στις αρχές του εικοστού αιώνα, σε ένα τρένο που έκανε την μεγάλη διαδρομή από τον σταθμό Μέστρε της Βενετίας στο Γκαρ ντε Λυόν των Παρισίων κάθε πρώτη Πέμπτη του μήνα. Μια ιστορία που μπορεί να μην είναι τόσο περίπλοκη ή εγκεφαλίκη όσο το διάσημο έγκλημα στο Όριαν Εξπρές, που μπορεί να μην χρειάστηκε τον πιο διάσημο ντετέκτιβ του κόσμου ώστε να εξιχνιαστεί και που μπορεί καμιά φορά να άγγιξε τα όρια του παραλόγου αλλά που εν τέλει αξίζε να καταγραφεί και να ειπωθεί, μόνο και μόνο λόγω του περίεργου θίασου χαρακτήρων που την απάρτισε και της ακόμα πιο περίεργης εξέλιξης και καταληξή της.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα όμως την αρχή, γιατί προτρέχω. Ας αρχίσουμε με εμένα. Ποιος είμαι, θα ρωτάτε, και θα σας απαντήσω ότι δεν έχει σημασία, καθώς ήμουν απλώς ένας μάρτυρας στα συμβάντα εκείνου του ταξιδιού. Έτσι, καλοί μου φίλοι, σημασία δεν έχει ποιος είμαι αλλά τι ήμουν σε εκείνο το δρομολόγιο, και ήμουν αυτός με τον τίτλο του Πρώτου Υπεύθυνου της Αμαξοστοιχίας για λογιαριασμό της εταιρείας στην οποία άνηκε το δρομολόγιο.
Αν δεν ξέρετε τι είναι ο Πρώτος Υπεύθυνος, δεν σας κατηγορώ. Είναι ένα πόστο που έχει εκλείψει στις μέρες μας, τώρα που τα ταξίδια είναι γρήγορα και ανώδυνα. Ο Πρωτος Υπεύθυνος λοιπόν, ας μου επιτραπεί η κάπως ατυχής παρομοίωση, ήταν ένα πόστο αντίστοιχο του καπετάνιου στα πλοία: Δουλειά του ήταν να πάνε όλα ομαλά καθ’όλη την διάρκεια του ταξιδιού και όλοι οι υπόλοιποι υπάλληλοι στο τρένο, από τον μηχανοδηγό ως το σερβιτόρο, ήταν κάτω από τις διαταγές του.
Έτσι λοιπόν, και εμένα δουλειά μου ήταν να πηγαίνουν όλα ομαλά κατά την διάρκεια της διαδρομής από την Βενετία στο Παρίσι, που ήταν το πόστο μου. Ήταν συνήθως ήρεμη διαδρομή, χωρίς πολλές φανφάρες και θόρυβο και ήμουν ευχαριστημένος με αυτό. Και τώρα, μέσα στο κρύο και την νύχτα του χειμώνα, καθόμου σε ένα παγωμένο παγκάκι στην Βενέτσια Μέστρε επιβλέποντας την ταξινόμηση των βαγονιών του τρένου μου, βλαστημώντας μέσα από τα δόντια μου τον αναθεματισμένο τον χιονιά που είχε κατέβει από τις Άλπεις και είχε ντύσει στα λευκά την πόλη των δόγηδων και των καναλιών.
«Λοιπόν, πως πάει;», με ρώτησε ο κοντόχοντρος μουστακαλής που εμφανίστηκε από το πουθενά και καθισε δίπλα μου.
«Πως θες να πάει;», απάντησα. «Μόνο πέντε βαγόνια έχουμε αυτήν την φορά. Μια πρώτη θέση, μια οικονομική, δύο lounge και ένα για εμπορεύματα.»
«Ναι, λογικό είναι. Κοίτα, μου έδωσε ο σταθμάρχης να σου δώσω την λίστα με τους επιβάτες...»
Άρπαξα την λίστα από τα χέρια του και την άνοιξα.
«Μόνο οκτώ;», αναφώνησα.
«Μάλιστα. Τέσσερις στην πρώτη θέση και τέσσερις στην οικονομική. Λογικό είναι, αν σκεφτείς ότι είναι εικοσι τρείς Δεκέμβρη και θα φτάσουμε στις εικοσι έξι. Κανείς δεν θέλει να περάσει τα Χριστούγεννα στο τρένο» απάντησε ο μουστακαλής ήρεμα και ρούφηξε βαθιά την πίπα του, βγάζοντας μικρά σύννεφα καπνού.
«Ναι, δεν έχεις άδικο.» παραδέχτηκα αναστενάζοντας.
Λίγες στιγμές ησυχίας πέρασαν.
«Λοιπόν, να με συγχωρείς αφεντικό, αλλά πάω να ζεστάνω την μηχανή.»
«Ναι, εντάξει,», απάντησα. «αλλά, σε παρακαλώ, αυτήν την φορά άρχισε να πίνεις μετά το Μιλάνο. Με ειδοποίησαν ότι θα μας ελέγξουν.»
Ο άντρας χαμογέλασε εγκάρδια και εξαφανίστηκε μέσα στην νύχτα. Εγώ σηκώθηκα, έριξα μια ματιά στο ρολόι μου και έπειτα γύρισα το κεφάλι μου προς τον θόρυβο που ακούστηκε από το βαγόνι των εμπορευμάτων. Έξι άντρες φόρτωναν με δυσκολία ένα τεράστιο κασόνι με ιαπωνικά σύμβολα πάνω. Έριξα μια ματιά στο χαρτί που μόλις είχα λάβει, είδα ότι αυτό το κασόνι προοριζόταν για την Ιαπωνική Πρεσβεία στο Παρίσι και ότι θα το παραλάμβανε κάποιος από τον σταθμό όταν φτάναμε και δεν έδωσα περαιτέρω σημασία. Έτσι και αλλιώς είχε πάει ήδη πεντέμιση και σε λίγη ώρα θα άρχιζαν να ερχόνται οι επιβάτες.
-----------------------------------------------------------
Κεφάλαιο Πρώτο
Η Πρώτη Θέση
Επιβάτες:
Συνταγματάρχης Roy Mustang, υψηλόβαθμος στρατιωτικός κρατιδίου της Κεντρικής Ευρώπης
Rei Ayanami, Ιαπωνέζα Πιλότος και δημόσιος υπάλληλος της Αυτοκρατορικής Ιαπωνίας
Lagenie Blue, μεσανατολίτης άνθρωπος του μυστηρίου
Petra Maurokordatos, Ελληνοαμερικανίδα Έμπορος
Το τρένο άρχισε να επιταγχύνει στις πεδιάδες της Βόρειας Ιταλίας. Έριξα μια ματιά στο ρολόι μου. Είχαμε αργήσει λίγο, έχοντας φύγει από τον σταθμό ένα δεκάλεπτό μετά τις επτά και ήταν δουλειά μου να πάω στους επιβάτες της πρώτης θέσης και να απολογηθώ. Ανοίγοντας τις πόρτες μεταξύ των βαγονιών σκεφτόμουν πως θα έπρεπε να μιλήσω ώστε να φανώ σαν να έχω τον έλεγχο αλλα και μετριοφ—
«ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ», ακούστηκε μια φροντερή φωνή μέσα από το lounge της πρώτης θέσης και έτρεξα να δω τι συμβαίνει. Δυο άντρες καθόντουσαν μέσα στην τραπεζαρία και ο ένας, ντυμένος στα στρατιωτικά, γελούσε με τα κόλπα που έκανε ο άλλος.
«Κάντο ξανά, κάντο ξανά!» πρόσταξε γελώντας ο στρατιωτικός.
«Μα φυσικά!» απάντησε ο άλλος και μετέτρεψε το χέρι του σε κατσαβίδι, ξεβιδώνοντας το κεφάλι του.
«Μεχ, έχω δει και καλυτερα κόλπα», σκέφτηκα χωρίς να προδώσω το γεγονός ότι δεν είχα εντυπωσιαστεί. Ο στρατιωτικός γύρισε προς το μέρος μου.
«Καλησπέρα, κύριε, συμβαίνει κάτι;», με ρώτησε.
«Όχι.», απάντησα. «Απλώς ήθελα να απολογηθώ για την αργοπορία και—»
«Ε καλά ρε φίλε, σιγά τα αυγά! Σε τρένο είμαστε, όχι σε αεροπλανο!», απάντησε ο μεσανατολίτης και το κεφάλι του έβγαλε ίσια φτερά.
«Αεροπλάνο; Τι είναι αυτό;», αναρωτήθηκα από μέσα μου.
«Καλά, τελοσπάντων. Εσείς με την μπλε στολη θα πρέπει να είστε ο συνταγματάρχης Mustang, σωστά;»
Ο Συνταγματάρχης έγνεψε καταφατικά.
«...και εσείς ο... μπλε θα πρέπει να είστε ο κύριος Blue;»
«Με σάρκα και οστά! Κυρίως οστά γιατί έχω μέρες να φάω!», απάντησε ο Blue και τράβηξε την σάρκα του χεριού του ώστε να αποκαλύψει τα κοκκαλά από κάτω.
«Μεχ, είσαι ο τρίτος ποιο αστείος τύπος που έχω δει στην ζωή μου, αλλα ο δεύτερος είναι ο Μπόζο ο Κλόουν που ήταν επίσης χάλια», σκέφτηκα κάνοντας πλέον συνειδητή προσπάθεια να μην δείξω την αδιαφορία μου.
«Θα έπρεπε να είναι και δυο κυρίες μαζί σας;»
«Μάλιστα, αλλά είναι στα δωμάτια τους. Μια ασιάτισσα βγήκε για λίγο και ξαναμπήκε μέσα, ενώ την άλλη δεν την έχουμε δει καθόλου από τότε που επιβιβαστήκαμε.»
«Καλώς», απάντησα. «Θα περάσω ξανά μια βόλτα αργότερα. Εάν χρειαστείτε κάτι, απευθυνθείτε στο σερβιτόρο της πρώτης θέσης ή σε εμένα που θα βρίσκομαι λογικά στην τραπεζαρία της δεύτερης.»
Δεν έλαβα απάντηση. Όσο εγώ μιλούσα, ο Συνταγματάρχης και ο συνταξιδιώτης του είχαν πιάσει μια συζήτηση σχετική με κύκλους, πεντάλφες και φωτιά η οποία όπως άνοιγα την πόρτα ώστε να φύγω ήδη μετατρεπόταν σε μια συζήτηση για το πόσο φωτιά ήταν η ασιάτισσα συνεπιβάτης τους με αυτό το άσπρο ολόσωμο εφαρμοστό που φορούσε. Δεν κατάλαβα και ούτε ήθελα να καταλάβω τι εννοούσαν και δεν έδωσα σημασία.
-----------------------------------------------------------
Κεφάλαιο Δεύτερο
Η Οικονομική Θέση
Επιβάτες:
Wolfgang Grimmer, Γερμανός Δημοσιογράφος
Kyoko Kirigiri, Ιαπωνέζα Φοιτήτρια στο Παρίσι / Ιδιωτικός Ντετέκτιβ
Σπιρτούλης, Βέλγος Φιλόσοφος-Παντογνώστης-Ποιητής
Takao Kasuga, Ιάπωνας Φοιτητής στο Παρίσι
Άντίθετα με το βαγόνι της πρώτης θέσης που ήταν ζεστό, με το που μπήκα στο lounge της οικονομικής, ένας κρύο αέρας με διαπέρασε από πάνω ως κάτω.
«Χμ; Η θέρμανση δεν δουλέυει;», σκέφτηκα δυνατά.
«Ναι κύριε, δεν δουλεύει», μου απάντησε μια φωνή στα δεξιά και χαμηλά μου. Γύρισα και είδα έναν μεσήλικα άντρα καθισμένο σε μια καρέκλα με ένα σωρό χαρτιά απλωμένα στο μικρό στρογγυλό τραπέζι μπροστά του να μου χαμογελάει.
«Πόση ώρα συμβαίνει αυτό;»
«Από τότε που αρχίσαμε σχεδόν.»
Έβγαλα την λίστα των επιβατών από την τσέπη μου και έριξα μια ματιά.
«Εσείς θα πρέπει να είστε ο κύριος Grimmer, σωστά;»
«Μάλιστα! Οι υπόλοιποι επιβάτες της οικονομικής θέσης τσακώνονται στο επόμενο βαγόνι για τις κουκέτες.»
«Πολύ καλά, θα το τσεκάρω. Σας ευχαριστώ κύριε Grimmer.»
Ο Γερμανός πλάτυνε το χαμόγελό του χωρίς να απαντήσει και ξαναβυθίστηκε στα χαρτιά του.
Ανοίγοντας την πόρτα του επόμενο βαγονιού το μόνο που άκουσα ήταν ησυχία στον διάδρομο.
«Περίεργο. Ο Γερμανός δεν είπε μόλις ότι τσακώνονται εδώ μέσα;»
Πλησίασα την μόνη φωτεινή καμπίνα αλλά πριν προλάβω να μπω μέσα ένας νεαρό γιαπωνέζος πετάτηκε μπροστά μου γεμάτος νεύρα.
«Εσύ! Είσαι υπεύθυνος αυτού του τρένου;»
«Μάλιστα. Συμβαίνει κάτι;»
«Έχουμε στην καμπίνα μας ένα κοντό Βέλγο που δεν έχει βάλει γλώσσα μέσα του. Όλη την ώρα μιλάει για τον κόκκινο πατερούλι του και το πως ό,τι κάναμε δεν είναι σωστό και για το ότι θέλει την πάνω αριστερά κουκέτα και—κάνε τον να το βουλώσει, για όνομα του Θεού!»
Προχώρησα και έριξα μια ματια στην καμπίνα. Ο κοντός μπλε Βέλγος με τα γυαλιά είχε ανοίξει ένα βιβλίο και μίλαγε ασταμάτητα στην κοπέλα που καθόταν δίπλα του, η οποία τον αγνοούσε κοιτάζοντας ήρεμα έξω από το παράθυρο ακουμπώντας το κεφάλι στο χέρι της.
«Λοιπόν, τι θα κάνεις για αυτό;», ρώτησε ο ασιάτης φοιτητής που με πλησίασε από πίσω.
«Τι θέλετε να κάνω; Δεν μπορώ να τον κάνω να σταματήσει να μιλάει...»
«Τότε βάλε τον σε άλλη καμπίνα ή βάλε μας εμάς σε άλλη καμπίνα! Όλο το βαγόνι είναι άδειο!»
«Το γνωρίζω, αλλά δυστυχώς είναι πολιτική της εταιρείας μας να—»
«Ναι, αλλά όντως κάτι πρέπει να γίνει.» με διέκοψε ο Γερμανός δημοσιογράφος που είχε σηκωθεί και είχε αρχίσει να κόβει βόλτες στα βαγόνια της οικονομικής θέσης ώστε να ζεσταθεί. «Και με αυτόν που μιλάει όλη την ώρα, και με την θέρμανση.»
«Όσο αφορά την θέρμανση, απλώς χρησιμοποιήστε το lounge της πρώτης θέσης. Είμαι σίγουρος ότι οι λιγοστοί πελάτες εκεί δεν θα έχουν πρόβλημα να—»
Ένας θόρυβος από το πίσω μέρος του βαγονιού με διέκοψε, κάτι που συνέβαινε ήδη πολύ συχνά σε αυτήν την ιστορία και είχε αρχίσε να με ενοχλεί. Κάτι είχε συμβεί στο βαγόνι με τα εμπορεύματα.
-----------------------------------------------------------
Κεφάλαιο Τρίτο
Οι λαθρεπιβάτες, ένα εικοσάλεπτο πριν
"Επιβάτες":
Εσμεράλντα, τσιγγάνα περιπλανώμενη
Reg, μυστηριώδες παιδί
Η Εσμεράλντα τυλίχτηκε σφιχτά στο μανδύα της και κουλουριάστηκε σε μια γωνία ανάμεσα στα κιβώτια προσπαθώντας μάταια να ζεσταθεί. Είχε εκμεταλευτεί την αναμπουμπούλα που είχε προκληθεί όσο φόρτωναν στην Βενετία το μεγάλο κιβώτιο για την Ιαπωνική Πρεσβεία και είχε τρυπώσει μέσα στο βαγόνι, χαρούμενη που θα μπορούσε να επιστρέψει ξεκούραστα στο Παρίσι. Δεν είχε υπολογίσει όμως καθόλου πόσο κρύο έκανε και είχε ξεχάσει πόσο μεγάλη ήταν η διαδρομή και τώρα δεν ήταν πλέον σίγουρη για το αν θα άντεχε τρεις ολόκληρες μέρες σε αυτό το σκοτεινό, υγρό παγωμένο μέρος.
Ξαφνικά, ένα τρίξιμο από βήματα ακούστηκε βαθιά μέσα στο βαγόνι και η τσιγγάνα σηκώθηκε στα πόδια της. Ήξερε ότι τα ποντίκια δεν κάνουν τόσο θόρυβο όταν περπατάνε.
Μια ανθρωπόμορφη φιγούρα φάνηκε στις σκιές η οποία σταμάτησε, κοίταξε την κοπέλα ακίνητη για μερικά δεύτερα και έπειτα άρχισε να την πλησιάζει αργά.
«Ποιος είσαι; Τι θέλεις απο εμένα;»
Η φιγούρα δεν απάντησε και συνέχισε να προχωράει. Όταν το ημίφως από την πίσω πόρτα του βαγονιού έπεσε πάνω της, η Εσμεράλντα είδε προς έκπληξή της ότι ήταν ένα μικρό αγόρι που την κοίταζε με μεγάλα περίεργα μάτια.
«Α, πάλι καλά», είπε εκείνη και κάθισε κάτω ανακουφισμένη. «Νόμιζα ότι είσαι υπάλληλος του τρένου.»
Το αγόρι χαμογέλασε ντροπαλά.
«Μπορώ να κάτσω μαζί σου;»
Η Εσμεράλντα το κοίταξε εξωνυχιστικά από πάνω έως κάτω. Της έκανε μεγάλη εντύπωση το πόσο ελαφρά ντυμένο ήταν. Η κοιλιά και τα χέρια του ήταν εκτεθειμένα και δεν φαίνεται να τον πείραζε ιδιαίτερα αυτό.
«Δεν κρυώνεις;», ρώτησε η τσιγγάνα και έσφιξε τον μανδύα τριγύρω της.
«Όχι ιδιαίτερα», απάντησε το παιδί. «Λοιπόν, μπορώ να κάτσω μαζί σου; Το πίσω μέρος του βαγονιού με τρομάζει...»
«Ναι, ό,τι θες. Θα μοιραστούμε πολλές μέρες αυτό το βαγόνι, οπότε γιατί όχι; Με λένε Εσμεράλντα», απάντησε η τσιγγάνα και έβγαλε το χέρι από τον μανδύα ώστε να χαιρετήσει το παιδί χαμογελώντας. «Πως σε λένε, μικρούλι;»
«Με λένε Reg», απάντησε το παιδί και κάθισε κοντά της.
«Reg; Τι περίεργο όνομα... Από που είσαι;»
«Δεν ξέρω», απάντησε το παιδί και χαμήλωσε το βλέμμα μη θέλοντας να συνεχίσει την κουβέντα.
Ένα λεπτό ησυχίας πέρασε.
«Λοιπόν, τι σε φόβησε πίσω;», ρώτησε τελικά η Εσμεράλντα που ήθελε να πιάσει κουβέντα μήπως και σταματήσει να σκέφτεται όλη την ώρα ότι κρυώνει.
«Το μεγάλο κουτί», απάντησε ο Reg «Τρέμει και τρίζει και βγάζει θορύβους και με τρομάζει.»
«Σοβαρά; Ξέρεις τι έχει μέσα;»
«Όχι, δεν ξέρω τίποτα. Ξέρω απλώς ότι νιώθω πολύ άβολα αν κάθομαι τριγύρω του΄.»
«Μην κάνεις έτσι. Αν δεν αντιμετωπίσεις τον φόβο σου θα φοβάσαι με το παραμικρό για πάντα. Έλα, πάμε μαζί να δούμε αυτό το τόσο τρομακτικό κουτί.»
«Όχι, δεν θέλω. Ας καθίσουμε εδώ σε παρακαλώ...»
Η Εσμεράλντα σηκώθηκε και πέταξε τον μανδύα της κάτω.
«Έλα. Πάμε να δεις ότι δεν είναι τίποτα. Θα κοιμηθείς πιο ήρεμα αργότερα.»
Ο Reg χαμήλωσε το κεφάλι, αναποφάσιστος για το τι ήταν το σωστό να κάνει.
«Έλα, πάμε! Είμαι και εγώ μαζί σου», είπε η τσιγγάνα και τον έπιασε από το χέρι ώστε να τον πείσει να σηκωθεί. Ήταν πλέον περίεργη να δει τι βρισκόταν μέσα στο κουτί.
Ο Reg σηκώθηκε απρόθυμα και την ακολούθησε. Είχε ακόμα πολύ κακό προαίσθημα για τα περιεχόμενα εκείνου του κιβωτίου αλλά αν η ενήλικη συνταξιδιώτης του έλεγε ότι όλα θα πάνε καλά, ήθελε να πιστεύει ότι όλα θα πάνε καλά.
Πλησίασαν αργά το τεράστιο ξύλινο κιβώτιο που ξεχώριζε σε μέγεθος από τα άλλα που είχαν φορτώσει. Η Εσμεράλντα συνειδητοποίησε ότι το αγόρι είχε δίκιο· το κιβώτιο έτριζε και έβγαζε πολύ υπόκωφους θορύβους. Με το που το άγγιξε ένα αίσθημα επικείμενου χαμού την κατέκλεισε, αλλά προσπάθησε να μην το δείξει.
«Λοιπόν, άκου μικρούλη Reg. Με το τρία θα ανοίξουμε το κουτί και θα ρίξουμε μια ματιά μέσα, μόνο και μόνο για να δεις ότι δεν έχει τίποτα που θα πρέπει να σε φοβίζει μέσα, εντάξει;»
Ο Reg έγνεψε δειλά καταφατικά.
«Πάμε λοιπόν. Ένα... Δύο... Τρία!»
Η Εσμεράλντα αφαίρεσε με μια γρήγορη κίνηση την πρόσοψη του τεράστιου κουτιού και έμεινε ακίνητη από τον τρόμο της, όπως και ο Reg. Μέσα στο κουτί, καθισμένος πάνω σε μια τεράστια καρέκλα βρισκόταν ένας καστανός χαμογελαστός άνθρωπος δεμένος με μαύρη ταινία που κάλυπτε όλο του σχεδόν το σώμα.
“Επιτέλους, κάποιος αποφάσισε να δει τι συμβαίνει με το περίεργο κιβώτιο που τρίζει και βγάζει ήχους. Όλα πήγαν σύμφωνα με το σχέδιό μου και τώρα θα βαριέμαι λιγότερο σε αυτό το ήδη βαρετό ταξίδι. Την καλησπέρα μου καλοί μου φίλοι!»
Η τσιγγάνα και το παιδί γούρλωσαν τα μάτια και άρχισαν να τρέχουν κουτρουβαλώντας προς τα βαγόνια της οικονομικής θέσης φωνάζοντας.
-----------------------------------------------------------
Κεφάλαιο Τέταρτο
Εισαγωγή
«Πολύ καλά, ακούστε με. Θα βάλω τον Βέλγο στην δικιά του καμπίνα, αλλά εσείς οι υπόλοιποι θα πρέπει να κοιμηθείτε μαζί. Δεν μπορώ να δώσω στον καθένα σας την δικιά του καμπίνα ακόμα και αν έχουμε χώρο. Αυτό είναι πλεονέκτημα της πρώτης θέσης και θα μπλέξω αν σας εκχωρήσω το ίδιο δικαίωμα. Ήδη θα έχω πρόβλημα που δεν βάζω και τους τέσσερις μαζί στην ίδια καμπίνα»
«Ναι, εντάξει, κανένα πρόβλημα», απάντησε ο Ιαπωνέζος Φοιτητής.
«Εφόσον μπορούμε να καθίσουμε στο lounge της πρώτης θέσης με την θέρμανση, δεν έχω πρόβλημα που θα κοιμηθούμε», συμπλήρωσε ο Γερμανός.
«Πολύ καλά, χαίρομαι που τα βρήκαμε», απάντησα. «Τώρα με συγχωρείτε, αλλά πρέπει να πάω να τσεκάρω το βαγόνι με τα εμπορεύματα.
Εκανα δύο βήματα να πάω προς τα πίσω, αλλά εκείνη την στιγμή μια κοπέλα και ένα παιδί βγήκαν φωνάζοντας από το βαγόνι με τα εμπορεύματα.
«ΒΟΗΘΕΙΑ! ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΣΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΒΑΓΟΝΙ!», φώναξε κλαίγοντας το παιδί.
«ΤΙ; ΛΑΘΡΕΠΙΒΑΤΕΣ ΣΤΟ ΤΡΕΝΟ ΜΟΥ; ΑΝΕΠΙΤΡΕΠΤΟ!»
«Θα κατέβουμε! Ρίξε μας από κάτω όσο κινείται το τρένο αν χρειαστεί! ΑΛΛΑ ΚΑΝΕ ΚΑΤΙ ΓΙΑ ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΣΤΟ ΚΙΒΩΤΙΟ!
«Ποιο φάντασμα;»
«Τι ποιο φάντασμα; Τον δεμένο άντρα στο τεράστιο κιβώτιο! Δεν έχεις ιδέα;»
Δεν είχα ιδέα. Με μια λάμπα στο χέρι έτρεξα προς το βαγόνι των εμπορευμάτων. Ο Wolfgang και ο Τakao Kasuga με ακολούθησαν, όπως με ακολούθησε η τσιγγάνα και το παιδί. Πέντε λεπτά αργότερα βρισκόμασταν όλοι μας μπροστά στο τεράστιο ανοιχτό κιβώτιο. Ο ένοικός του μας κοιτούσε χαμογελώντας χωρίς νε πει κουβέντα.
«Ναι, η Ιαπωνικά Πρεσβεία σίγουρα έχει πολλά να εξηγήσει», σκέφτηκα τρίβοντας το πηγούνι μου.
«Τι θα γίνει τώρα;» ρώτησε ο Kasuga.
«Τι εννοείς τι θα γίνει; Οι λαθρεπιβάτες θα παραδοθούν στην αστυνομία όταν φτάσουμε στο Μιλάνο. Όσο για τον κασάτο εδώ... δεν έχω ιδέα.»
«Έχω εγώ μια ιδέα. Αν πληρώσω τα εισητήριά τους, μπορείς να βάλεις τους λαθρεπιβάτες στην ίδια καμπίνα της οικονομικής θέσης με τον Βέλγο; Έτσι θα έχεις δύο καμπίνες με τρία άτομα στην καθεμία και δεν θα μπλέξει κανείς», πρότεινε ο Βέλγος.
«Ναι, αν πληρώσει κάποιος δεν έχω λόγο να καλέσω τις αρχές.»
«Και με αυτόν στην καρέκλα τι θα γίνει;», ρώτησε η Εσμεράλντα.
«Δουλειά μου είναι να τον πάω στο Παρίσι και θα τον πάω στο Παρίσι», απάντησα. «Βοηθήστε με απλώς να τον πάω στο Lounge της πρώτης θέσης. Θα ανοίξουμε τον μπουφέ του βραδινού σε λίγο, έτσι και αλλιώς.
-----------------------------------------------------------
1) Babba (Σπιρτούλης / The Smurfs)
2) Black Kaiser (BONDAGE AIZEN IS SECOND BEST AIZEN / Bleach)
3) Mono (Rei Ayanami / Neon Genesis Evangelion)
4) Ange.tze (Kyoko Kirigiri / Danganronpa)
5) OdyMonaxos (Roy Mustang / Full Metal Alchemist)
6) The Gunsmasha (The Genie / Aladdin)
7) Super Sayan Girl (Esmeralda / The Hunchback of Notre Dame)
η) Lord Leon (Wolfgang Grimmer / Monster)
9) Osama bin Laden (Pariston Hill / Hunter x Hunter)
10) Zane (Reg / Made in Abyss)
11) Kamui (Takao Kasuga / Aku no Hana)
12) BlasoN (Asta / Black Clover)
-----------------------------------------------------------
Οι καλεσμένοι εν τέλει, μαζεύτηκαν όλοι σιγά σιγά ώστε να δειπνήσουν στο ένα από τα δύο μισά του lounge βαγονιού της πρώτης θέσης, την τραπεζαρία. Σχεδόν όλοι ήταν εκεί, ακόμα και η Rei Ayanami που δεν είχε φανεί καθόλου στο τρένο μέχρι στιγμής.
Στην λίστα των επιβατών, έπειτα από μια σύντομη στάση σε μια κωμόπολη της βόρειας Ιταλίας προστέθηκαν επίσης ο Pariston Hill, Αμερικανός Συνδικαλιστής και ένας άλλος που το όνομά του μου ξεφεύγει αυτήν την στιγμή.
Είναι όμως ώρα ο ρόλος μου σε αυτήν την ιστορία να τελειώσει. Γιατί από εδώ και πέρα τον λόγο παίρνουν οι πραγματικοί πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας, οι επιβάτες αυτού του αλλόκοτου ταξιδιού.
Ξεκινάει η μέρα του free RP που θα διαρκέσει μέχρι αύριο στις 15.00. Τότε θα μοιραστούν οι ρόλοι από την Black Rock και μετά από ένα σύντομο κείμενο θα αρχίσει η πρώτη μέρα του παιχνιδιού.
Καλή μας αρχή.
Edited by Osama Bin Laden, 15 December 2017 - 03:13.